extra-regular - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

extra-regular - translation to ρωσικά

A CATHOLIC PRIEST, DEACON OR BISHOP WHO IS A MEMBER OF A RELIGIOUS INSTITUTE
Clerk regular; Clerk Regular; Regular Clerk; Regular Clerks; Clerks regular; Regular clerics; Clerks Regular; Clerics Regular; Clerics regular

extra-regular      

[ekstrə'regjulə]

прилагательное

общая лексика

являющийся исключением из правила

неправильный

нерегулярный

clerk regular         

[klɑ:k'regjulə]

церковное выражение

иеромонах (у католиков)

regular graph         
GRAPH WHERE EACH VERTEX HAS THE SAME NUMBER OF NEIGHBORS
K-regular graph; K‑regular graph; Regular graph of degree k; Regular directed graph; Regular graphs

математика

однородный (регулярный) граф

Ορισμός

ЭКСТРА
... (от лат. extra - сверх, вне), приставка, означающая: сверх, вне, дополнительно.

Βικιπαίδεια

Cleric regular

Clerics regular are clerics (mostly priests) who are members of a religious order under a rule of life (regular). Clerics regular differ from canons regular in that they devote themselves more to pastoral care, in place of an obligation to the praying of the Liturgy of the Hours in common, and have fewer observances in their rule of life.

Μετάφραση του &#39extra-regular&#39 σε Ρωσικά